αναμενω

αναμενω
    ἀναμένω
    ἀνα-μένω
    поэт. ἀναμίμνω и ἀμμένω
    1) ожидать, выжидать
    

(ἐΰθρονον Ἠῶ Hom.; τὸν ἥλιον Her.; τινά Pind., Soph., Eur., Thuc.; τέν ἀπόκλισιν καὴ περιφορὰν τοῦ φωτός Plut.; οὐκ ἀ. ἀνάγκην προσγενέσθαι Thuc.)

    2) терпеливо переносить, терпеть
    

(τι Dem.)

    3) медлить, тянуть, откладывать
    

(τι Eur.; μέ ἀ. τὸ πορίζεσθαι τὰ ἐπιτήδεια Xen.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "αναμενω" в других словарях:

  • αναμένω — αναμένω, ανέμεινα βλ. πίν. 178 Σημειώσεις: αναμένω : συνήθως χρησιμοποιούνται οι τύποι του ενεστώτα. Τυποποιημένη έκφραση της τηλεφωνικής υπηρεσίας: αναμείνατε (λόγια προστακτική αντί του αναμείνετε) στο ακουστικό σας …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ἀναμενῶ — ἀναμένω wait for fut ind act 1st sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναμένω — ἀνᾱμένω , ἀνάζω fut part mid masc/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀνᾱμένω , ἀνάζω fut part mid masc/neut gen sg (doric aeolic) ἀναμένω wait for pres subj act 1st sg ἀναμένω wait for pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αναμένω — (Α ἀναμένω) 1. περιμένω, καρτερώ κάτι ή κάποιον 2. προσδοκώ, προσμένω, ελπίζω νεοελλ. μένω, υπολείπομαι αρχ. 1. αναβάλλω, βραδύνω 2. παραμένω 3. υπομένω, περνώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + μένω. ΠΑΡ. αναμονή] …   Dictionary of Greek

  • αναμένω — ανάμεινα, περιμένω, καρτερώ: Χρόνια ανάμενε να γυρίσει ο αρραβωνιαστικός της …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀναμένετε — ἀναμένω wait for pres imperat act 2nd pl ἀναμένω wait for pres ind act 2nd pl ἀναμένω wait for imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναμένῃ — ἀναμένω wait for pres subj mp 2nd sg ἀναμένω wait for pres ind mp 2nd sg ἀναμένω wait for pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμμενεῖ — ἀναμένω wait for fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) ἀναμένω wait for fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμμένει — ἀναμένω wait for pres ind mp 2nd sg ἀναμένω wait for pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναμεινάντων — ἀναμένω wait for aor part act masc/neut gen pl ἀναμένω wait for aor imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναμεμενηκότα — ἀναμένω wait for perf part act neut nom/voc/acc pl ἀναμένω wait for perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»